- θελκτικῆς
- θελκτικόςfem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Μαρό, Κλεμάν — (Clement Marot, Καόρ 1496 – Τορίνο 1544). Γάλλος ποιητής. Ο πατέρας του ήταν ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της ποιητικής σχολής των ρητοριστών (rhetoriquers) και ο Μ. διδάχτηκε από εκείνον την τεχνική της στιχουργίας. Υπήρξε… … Dictionary of Greek